Disclaimer: πρέπει να ομολογήσω ότι δεν είμαι πολύ καλός στο να λέω ιστορίες. Για το λόγο αυτό, αν η παρακάτω ιστορία σάς φαίνεται ενδιαφέρουσα, προτείνω να την ακούσετε από την Jane McGonigal εδώ. Παρόλα αυτά, θα προσπαθήσω να την πω κι εγώ, όπως την κατάλαβα, περισσότερο για λόγους πληρότητας...
Ο Ηρόδοτος είναι γνωστός ...μπαρουφολόγος. Εντάξει, για να μην τα ισοπεδώνουμε όλα, του άρεσε λιγάκι να υπερβάλλει στις διηγήσεις του – άλλωστε, ο ίδιος εννοεί περισσότερο την «Ιστορία» του σαν αυτοψία, έρευνα και κριτική, παρά σαν παράθεση πραγματικών γεγονότων. Ειδικά η αποτίμησή του για τους Περσικούς πολέμους και, κυρίως, για τη μάχη των Θερμοπυλών, είναι έτσι χτισμένη ώστε περισσότερο να απευθύνεται στο εθνικό φρόνημα (ό,τι κι αν σήμαινε αυτό στην εποχή του), παρά στον ιστορικό του μέλλοντος: για παράδειγμα, η αναφορά του για «στρατό ενός εκατομμυρίου Περσών» μοιάζει μάλλον με σενάριο Χολλυγουντιανής ταινίας ή με διαμετακομιστικό εφιάλτη, ειδικά αν σκεφτούμε τις δυνατότητες μετακινήσεων εκείνης της εποχής. Σε ό,τι αφορά πάντως στην εξιστόρηση της περιπέτειας των κατοίκων της Λυδίας, της χώρας ανατολικά της Ιονίας και της Αιολίας, ο Ηρόδοτος δικαιώνεται δεκάδες αιώνες αργότερα από τους βιολόγους και τους γενετιστές. Τι είπε ο Ηρόδοτος; Οι Λυδοί ήταν οι πρώτοι που έκοψαν νομίσματα από χρυσό και οι πρώτοι που έπαιξαν παιχνίδια χρησιμοποιώντας κάτι που μοιάζει με ζάρια, φτιαγμένο από οστά ζώων. Τα παιχνίδια αυτά ήταν ουσιαστικά η βάση για όλα τα παρόμοια παιχνίδια που ξέρουμε σήμερα και δεν είναι τυχαίο ότι η λατινική λέξη για το ρήμα «παίζω» είναι “ludo”. Οι Λυδοί, λοιπόν, είναι μάλλον και οι εφευρέτες των παιχνιδιών «σοβαρού σκοπού» (serious games) και μάλιστα στην περίπτωσή τους, πιο σοβαρού δε γίνεται: γεωλογικά ευρήματα μιλάνε για πολυετή πτώση της μέσης θερμοκρασίας στη χώρα τους, η οποία κατέστρεψε τη γεωργική τους οικονομία κι έφερε θανάσιμο, πολυετή λιμό. Το μέγεθος του προβλήματός τους ήταν τέτοιο, που η τροφή απλά δεν έφτανε για όλους – επινόησαν λοιπόν το παιχνίδι με τα «ζάρια» με τη λογική ότι κάθε μέρα οι μισοί κάτοικοι θα έτρωγαν και οι άλλοι μισοί θα ...ξεχνούσαν την πείνα τους με το παιχνίδι, ενώ οι ρόλοι να εναλλάσσονταν την επόμενη. Με αυτό το τέχνασμα πέρασαν τα χρόνια, και οι Λυδοί απλά συντηρούνταν – κάποια στιγμή όμως, ο κόμπος έφτασε στο χτένι. Το φαγητό απλά δεν έφτανε για να φάνε όλοι και ο βασιλιάς τους ο Άτυς πήρε τη μεγάλη απόφαση: το μισό βασίλειο θα έφευγε για άλλες πολιτείες, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη και με την «προίκα» του ονόματος και της ιστορίας της Λυδίας (τι ειρωνεία, βασιλιάς της Λυδίας υπήρξε και ο Κροίσος...) και οι υπόλοιποι απλά θα τα έβγαζαν πέρα με τη τροφή που θα παραγόταν από τα χωράφια της χώρας. Ο βασιλιάς, λοιπόν, έμεινε πίσω και έστειλε τους μισούς υπηκόους του, μαζί και το γιο του, σε ένα ταξίδι στο άγνωστο. Αν η ιστορία σάς φαίνεται απίθανη, ακούστε αυτό: μελετώντας το DNA από τα λείψανα Ετρούσκων κατοίκων της πόλης του Murlo, στην κεντρική Ιταλία, αλλά και ορισμένων ασυνήθιστων για την περιοχή ποικιλιών βοοειδών, οι ερευνητές Ιταλικών, Γερμανικών και Αμερικανικών Πανεπιστημίων συμφωνούν ότι οι κάτοικοι της περιοχής παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά με αυτά των κατοίκων της Εγγύος Ανατολής, εκεί που βρισκόταν δηλαδή η αρχαία Λυδία, ενώ τα κοπάδια τους πρέπει να μεταφέρθηκαν από τους Λυδούς στη νέα τους πατρίδα, αφού η πιθανότητα εμπορικής συναλλαγής εκείνη την περίοδο μάλλον πρέπει να αποκλειστεί.