Μια εξέταση αίματος που ανιχνεύει με ακρίβεια την κατάθλιψη



Πηγή

Πανεπιστήμιο Northwestern


Ερευνητές της Ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Northwestern ανακοίνωσαν την πρώτη εξέταση αίματος που εντοπίζει την προχωρημένη κατάθλιψη σε ενήλικους. Η εξέταση μετρά τα επίπεδα 9 δεικτών στο αίμα και μπορεί να προβλέψει τα πιθανά οφέλη από γνωστική συμπεριφορική θεραπεία, με βάση τη συμπεριφορά κάποιων από τους δείκτες. Αυτό αποτελεί την πρώτη επιβεβαίωση μέσω εξετάσεων αίματος για την αποτελεσματικότητα τέτοιων θεραπειών, καθώς τα επίπεδα των δεικτών σε ασθενείς μεταβλήθηκαν μετά από θεραπεία 18 εβδομάδων και οι ασθενείς δεν εμφάνιζαν πλέον συμπτώματα κατάθλιψης.

Οι ερευνητές μέτρησαν τους δείκτες ADCY3, DGKA, FAM46A, IGSF4A/CADM1, KIAA1539, MARCKS, PSME1, RAPH1, και TLR7, και είδαν ότι τα επίπεδά τους διέφεραν σημαντικά ανάμεσα στα δείγματα ασθενών και υγιών εθελοντών (οι ομάδες αποτελούνταν από 32 άτομα η καθεμιά). Σύμφωνα με την Eva Redei, καθηγήτρια Ψυχιατρικής στο Northwestern και επικεφαλής της έρευνας, «αυτή η εξέταση φέρνει τη διάγνωση ψυχικής υγείας στον 21ο αιώνα και προσφέρει την πρώτη προσωπικοποιημένη ιατρική προσέγγιση για τους ανθρώπους που υποφέρουν από κατάθλιψη». Η Δρ. Redei ανέπτυξε στο παρελθόν μια παρόμοια εξέταση για τη διάγνωση κατάθλιψης σε ανήλικους, αλλά κάποιοι από τους δείκτες που χρησιμοποιήθηκαν σε εκείνη την εξέταση είναι διαφορετικοί από αυτούς στην εξέταση των ενηλίκων.

Η μέθοδος διάγνωσης της κατάθλιψης που χρησιμοποιείται τώρα είναι υποκειμενική και βασίζεται σε περιγραφικά συμπτώματα όπως η κακή διάθεση, η κούραση και η αλλαγή στην όρεξη για τροφή, τα οποία πάντως μπορεί να απαντώνται σε ευρύ φάσμα ψυχικών ή σωματικών προβλημάτων. Η διάγνωση αυτή στηρίζεται στην ικανότητα του ασθενούς να περιγράψει αποτελεσματικά τα συμπτώματά του και αυτήν του ιατρού να τα καταγράψει – σε αρκετές περιπτώσεις, οι ασθενείς περιγράφουν με μικρότερη ένταση ή λανθασμένα τα συμπτώματά τους.

Η νέα εξέταση αίματος θα επιτρέψει στους γιατρούς να χρησιμοποιήσουν εργαστηριακές εξετάσεις για να καθορίσουν τη θεραπευτική προσέγγιση για καθέναν από τους ασθενείς. Οι διαταραχές κατάθλιψης επηρεάζουν 6.7% του ενήλικου πληθυσμού στις Η.Π.Α., αριθμός που εμφανίζει αυξητικές τάσεις, ενώ εκτιμάται ότι ένας στους οκτώ ασθενείς στην πρωτοβάθμια περίθαλψη υποφέρουν από κατάθλιψη, αλλά μόνο στους μισούς γίνεται διάγνωση. Σε αρκετές περιπτώσεις, η διάγνωση μπορεί να καθυστερήσει από 2 μέχρι και 40 μήνες, κάτι που δυσκολεύει περαιτέρω την αντιμετώπιση. Μια εξέταση αίματος έχει τη δυνατότητα να προσφέρει σημαντικά ταχύτερη και ακριβή διάγνωση για αυτούς τους ασθενείς.