News



Φταίει η τελευταία μπουκιά που επιστρέφετε για ακόμη περισσότερο

Πηγή:
Psychological Science

Η ανάμνησή σας από το τελευταίο δάγκωμα μιας μπριζόλας ή ενός κέικ σοκολάτας μπορεί να επηρεάζει περισσότερο από την ανάμνηση της πρώτης μπουκιάς, καθορίζοντας το πότε θέλετε να το φάτε και πάλι, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στο περιοδικό Psychological Science.

Οι αναμνήσεις μας για τα φαγητά είναι συχνά έντονες, ειδικά όταν τρώμε κάτι που είναι τρομακτικά απαίσιο ή απολαυστικά νόστιμο. Τα ευρήματα αυτής της έρευνας ρίχνουν φως στο πώς διαμορφώνονται οι αναμνήσεις για τα φαγητά και πώς καθοδηγούν τις αποφάσεις μας σχετικά με το πόσο σύντομα θα θελήσουμε να ξαναφάμε ένα συγκεκριμένο φαγητό.

"Η έρευνα μάς έχει πει πολλά σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν το ποια φαγητά θέλουν να καταναλώνουν οι άνθρωποι, αλλά λίγα είναι γνωστά για τους παράγοντες που επηρεάζουν το πότε θέλουν να φάνε και πάλι ένα συγκεκριμένο φαγητό", εξηγεί η ερευνήτρια και επικεφαλής της μελέτης Emily Garbinsky του Πανεπιστημίου Stanford Graduate School of Business.

"Οι εταιρείες κερδίζουν όχι μόνο από την πώληση των ειδών διατροφής, αλλά και από το πόσο συχνά πωλούνται αυτά τα συγκεκριμένα είδη. Από την άλλη, η επίδραση της κατανάλωσης τόσο υγιεινών όσο και ανθυγιεινών τροφών στην υγεία των ανθρώπων δεν καθορίζεται μόνο από το πόσο τρώει κανείς, αλλά και από το πόσο συχνά καταναλώνει αυτά τα τρόφιμα", αναφέρει η Garbinsky. "Ως εκ τούτου, κρίθηκε σημαντικό να κατανοήσουμε καλύτερα τι επηρεάζει το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ώσπου να επαναληφθεί η κατανάλωση".

Η Garbinsky και οι συνεργάτες της Carey Morewedge της Σχολής Διοίκησης του Πανεπιστημίου της Βοστώνης και Baba Shiv του Πανεπιστημίου Stanford διερεύνησαν το θέμα σε μια σειρά μελετών.

Σε μια μελέτη, οι ερευνητές ζήτησαν από 134 προπτυχιακούς φοιτητές να δοκιμάσουν 3 γεύσεις κράκερ Nut Thin και, στη συνέχεια, να επιλέξουν μία να φάνε. Στη συνέχεια, τους δόθηκε ένας συγκεκριμένος αριθμός κράκερ και κλήθηκαν να βαθμολογήσουν πόσο απόλαυσαν το καθένα, αφού το έφαγαν.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι μαθητές που είχαν φάει τα περισσότερα (15 κράκερ) ανέφεραν σημαντικά χαμηλότερη απόλαυση στο τέλος από ό,τι εκείνοι που είχαν φάει τα λιγότερα (3 κράκερ).

Τα ευρήματα αυτά αναπαράγουν προηγούμενα αποτελέσματα σχετικά με τον "κορεσμό που συνδέεται με τις αισθήσεις": Κάθε μπουκιά φαγητού είναι λιγότερο ευχάριστη από την αμέσως προηγούμενή της. Έτσι, όσο μεγαλύτερη είναι η μερίδα, τόσο λιγότερο απολαμβάνει κανείς τις τελευταίες λίγες μπουκιές.

Το πιο σημαντικό είναι ότι η απόλαυση των συμμετεχόντων από το τελευταίο κράκερ (εξαρτώμενη από το μέγεθος της μερίδας) φάνηκε να επηρεάζει το πόσο σύντομα οι φοιτητές θέλησαν να φάνε και πάλι τα κράκερ: Οι συμμετέχοντες που έφαγαν μια μικρή ποσότητα, επέλεξαν συνήθως πιο σύντομα να πάρουν ένα κουτί Nut Thin για το σπίτι από ό,τι οι συμμετέχοντες που έφαγαν μεγαλύτερη μερίδα.

Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πιο πρόσφατες γεύσεις που δοκιμάζει κανείς στις τελευταίες λίγες μπουκιές ενός συγκεκριμένου τροφίμου, καθορίζουν τις αποφάσεις μας σχετικά με το πότε θα το ξαναφάμε, ένα εύρημα που οι ερευνητές επιβεβαίωσαν και σε μια δεύτερη μελέτη.

Η Garbinsky και οι συνεργάτες της υπέθεσαν ότι αυτή η λεγόμενη "επίδραση πρόσφατης κατάστασης" μπορεί να εξηγηθεί από την παρέμβαση της ανάμνησης που δημιουργείται από την επανάληψη του φαγητού:

"Ένα ποτήρι χυμός, ένα μπολ παγωτό ή ένα σακουλάκι πατατάκια περιέχουν πολλές μονάδες πολύ παρόμοιων ερεθισμάτων που καταναλώνονται μία γουλιά ή δάγκωμα την φορά έως ότου καταναλωθεί ολόκληρη η ποσότητα", γράφουν.

Έτσι, αν φάμε πολλές μπουκιές στη σειρά του ίδιου φαγητού, η ανάμνησή μας από τις τελευταίες μπουκιές μπορεί να επηρεάσει την ικανότητά μας να θυμηθούμε με ακρίβεια τις αρχικές δαγκωματιές του εν λόγω φαγητού.

Η Garbinsky και οι συνεργάτες της κατάφεραν να εξαλείψουν αυτήν την παρέμβαση της μνήμης, υπενθυμίζοντας στους συμμετέχοντες τις προηγούμενες αξιολογήσεις τους, καθώς συνέχιζαν να καταναλώνουν και να αξιολογούν ένα ποτήρι χυμό. Αυτοί οι συμμετέχοντες θυμούνταν με μεγαλύτερη ακρίβεια το πόσο απόλαυσαν την πρώτη γουλιά του χυμού και επέλεξαν να λάβουν για το σπίτι ένα μπουκάλι χυμού νωρίτερα από ό,τι οι συμμετέχοντες που αξιολόγησαν κάθε γουλιά του χυμού χωρίς να τους υπενθυμίζονται οι προηγούμενες αξιολογήσεις τους.

Το γεγονός ότι η ανάμνηση των τελευταίων λίγων μπουκιών φαίνεται να καθορίζει τις αποφάσεις μας σχετικά με το πότε θα φάμε ξανά ένα φαγητό, μπορεί να είναι ιδιαίτερα σχετικό σε μέρη όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το μέγεθος των μερίδων τείνει να είναι μεγαλύτερο και είναι πιθανό να οδηγεί σε μικρότερη απόλαυση στο τέλος:

"Το εύρημα αυτό είναι σημαντικό, διότι δείχνει ότι μεγάλες μερίδες μπορεί να είναι κατά κάποιο τρόπο επιζήμιες για τις εταιρείες, αφού επεκτείνουν το χρονικό διάστημα που περνά μέχρι να καταναλωθεί ξανά το προϊόν", σημειώνει η Garbinsky. "Και είναι επίσης σημαντικό για τον κόσμο, καθώς τρώγοντας πάρα πολύ από ένα αγαπημένο - ή υγιεινό - φαγητό, μπορεί να αυξηθεί ο χρόνος μέχρις ότου θελήσει κανείς να το ξαναφάει".

Οι μελέτες προτείνουν ότι ορισμένες στρατηγικές - όπως το να σκεφτεί κανείς τις πρώτες λίγες μπουκιές - θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ενθαρρύνουν τους καταναλωτές να φάνε σύντομα ένα φαγητό και πάλι. Αλλά, όσο δελεαστικές και αν είναι αυτές οι ιδέες, η Garbinsky προειδοποιεί ότι απαιτείται περισσότερη έρευνα για να διερευνηθεί αν τα ευρήματα αυτά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, στην οποία οι καταναλωτές έχουν μεγαλύτερο έλεγχο στο να αποφασίζουν τι τρώνε και πόσο.



Να τι συμβαίνει όταν κάνετε...τσίσα στην πισίνα!

Πηγή:
Environmental Science & Technology

Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι στην επόμενη πισίνα που θα βουτήξετε, θα υπάρχουν...τσίσα. Μη στραβώνετε τα μούτρα σας. Πιθανότατα θα υπάρχουν. Υπάρχει, επίσης, μία πιθανότητα η πισίνα να περιέχει και μια τόση δα μικρή ποσότητα περιττωμάτων, μια κουταλιά ανθρώπινου ιδρώτα και τα κύτταρα δέρματος κανενός τύπου να επιπλέουν εκεί γύρω.

Οι πισίνες είναι βασικά τεράστιες μπλε λεκάνες τουαλέτας. Όλοι μας έχουμε κατουρήσει μέσα σε αυτές – ελάτε, πείτε την αλήθεια! – και μια νέα μελέτη σκαλίζει την ενοχή μας, αποδεικνύοντας ότι η ούρηση σε χλωριωμένη πισίνα δημιουργεί μια τοξική χημική ουσία που ονομάζεται χλωριούχο κυάνιο. Η ένωση σχηματίζεται όταν το χλώριο από την πισίνα αντιδρά με το άζωτο από τα ούρα. Το χλωριούχο κυάνιο δρα όπως τα δακρυγόνα, ερεθίζοντας τα μάτια, τη μύτη και τους πνεύμονες, και κατατάσσεται στα μέσα χημικού πολέμου.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η μελέτη οδήγησε γρήγορα σε τίτλους όπως "Γιατί το κατούρημα στην πισίνα ισοδυναμεί με χημικό πόλεμο".

Ωστόσο, μεταξύ των άσχημων πραγμάτων που μπορεί να σας συμβούν σε μια πισίνα, πόσο κακό μπορεί να είναι αυτό; Χρειάζεται πραγματικά να ανησυχείτε για τις επικίνδυνες χημικές ουσίες που παράγονται από τα ούρα, όταν θα κάνετε την επόμενη σας βουτιά;

Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές ανέμειξαν στο εργαστήριο ουρικό οξύ (που περιέχεται στα ούρα) με χλώριο. Στην χειρότερη περίπτωση στην οποία το κοκτέιλ ουσιών που μιμούνται τόσο τα ούρα όσο και τον ιδρώτα, αναμιγνύεται με υψηλά επίπεδα χλωρίου, οι ερευνητές βρήκαν περίπου 30 μικρογραμμάρια ανά λίτρο (ή μέρη ανά δισεκατομμύριο) χλωριούχου κυανίου. Αυτή η τιμή εξακολουθεί να είναι πολύ μικρότερη από την οδηγία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που κάνει λόγο για 70 μέρη ανά δισεκατομμύριο ως τη μέγιστη συγκέντρωση κυανίου στο πόσιμο νερό.

Και πάλι, αυτή ήταν η μέγιστη τιμή στο εργαστήριο, όχι σε πραγματικό νερό πισίνας. Σε ένα ενδιαφέρον θεωρητικό πείραμα, η Casey Johnston στο Ars Technica υπολόγισε πόσα ούρα μπορεί να χρειαστεί μια ολυμπιακών διαστάσεων πισίνα για την παραγωγή χλωριούχου κυανίου σε ένα επίπεδο που θα μπορούσε να προκαλέσει γρήγορα "κώμα, σπασμούς και θάνατο": 2.500 μέρη ανά δισεκατομμύριο. Ιδού η απάντησή της:

"Τελικά, χρειαζόμαστε μια πισίνα που περιέχει δύο μέρη νερού προς ένα μέρος χλωρίου. Μια τέτοια πισίνα θα μπορούσε πιθανότατα να κάψει τα μάτια από τις κόγχες σας και να κάνει το δέρμα σας να ξεφλουδίσει από τα κόκκαλά σας...Εάν εσείς και τρία εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι μπορούσαν να μπουν σε αυτή την πισίνα και να κάνουν το ψιλό τους εκεί μέσα, πριν λιώσει το σώμα σας, πριν το πλήθος σάς συνθλίψει μέχρι θανάτου και προτού πνιγείτε από το τεράστιο παλιρροϊκό κύμα ούρων...τότε ναι, θα μπορούσατε ενδεχομένως να πεθάνετε από δηλητηρίαση χλωριούχου κυανίου".

Οι συντάκτες της μελέτης δεν φαίνεται να ξέρουν τι να σκεφτούν σχετικά με αυτό. Ο Ernest Blatchley του Purdue University δήλωσε μέσω e-mail ότι η ομάδα δεν είχε το χρόνο να αξιολογήσει πλήρως τους υπολογισμούς και ο Jing Li του Γεωπονικού Πανεπιστήμιου της Κίνας στο Πεκίνο αμφισβήτησε τις υποθέσεις στα μαθηματικά, συμπεριλαμβανομένης της συγκέντρωσης του ουρικού οξέος που ορίζει το ρυθμό παραγωγής του χλωριούχου κυανίου.

Άσχετα με τις λεπτομέρειες πάντως, ίσως είναι δίκαιο να πούμε ότι θα χρειαστούν πάρα πολλά ούρα για να μετατρέψουν μια πισίνα σε τόσο τοξική που θα σας σκοτώσει επί τόπου. Αλλά θα μπορούσαν οι πολύ μικρότερες ποσότητες που παράγονται σε μια πραγματική πισίνα να κάνουν κακό; Οι ερευνητές επισημαίνουν στη μελέτη τους ότι το συνολικό μείγμα των υποπροϊόντων που δημιουργούνται από τη χλωρίωση της πισίνας "έχουν συνδεθεί με οξείες και χρόνιες αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των κολυμβητών". Θα ήταν εύκολο πάντως να εξαλειφτεί ουσιαστικά το σύνολο του χλωριούχου κυανίου: Απλά μην κάνετε τα τσίσα σας στην πισίνα.

Μέσα στο συμπληρωματικό υλικό της μελέτης υπάρχουν υπολογισμοί που έκαναν οι ερευνητές για μία μικρή οικιακή πισίνα που χρησιμοποιείται από 20 άτομα. Με κάθε κολυμβητή να ουρεί κατά μέσο όρο 50 ml - φανταστείτε περίπου την ποσότητα για να γεμίσει ένα σφηνάκι - η πισίνα θα περιέχει μόνο περίπου 12 μικρογραμμάρια ανά λίτρο χλωριούχο κυάνιο. Αυτό ισοδυναμεί με 12 μέρη ανά δισεκατομμύριο. Δεν είναι πολλά, ωστόσο είναι περισσότερο μέσο χημικού πολέμου από όσο θα ήθελε κανείς σε μια πισίνα.

Ο συνδυασμός ούρων και χλωρίου δημιουργεί επίσης την τριχλωραμίνη, μια επίσης ερεθιστική ουσία των πνευμόνων, και μόλις λίγη ποσότητα χλωροφορμίου. Τα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες έχουν αναρωτηθεί αν η έκθεση στην τριχλωραμίνη συνδέεται με την αύξηση των ποσοστών του παιδικού άσθματος (μέχρι στιγμής, μια έκθεση ανασκόπησης του 2010 αναφέρει ότι η συσχέτιση είναι "ενδεικτική αλλά όχι συμπερασματική").

Αν έχετε άσθμα ή κολυμπάτε συχνά, τα χημικά της πισίνας μπορεί να σας προκαλέσουν αναπνευστικά προβλήματα, ακόμη και χωρίς την επίδραση των ούρων. 

Καθημερινά περιβαλλόμαστε από τοξικές ουσίες, επομένως θα πρέπει να υιοθετήσουμε μια προσέγγιση διαχείρισης των κινδύνων για τη ζωή μας. Κατά τη στάθμιση των κινδύνων από την έκθεση σε μικρές ποσότητες χημικών ουσιών, εξετάστε την πιθανότητα άλλων πραγμάτων που θα μπορούσαν να σας σκοτώσουν ή τουλάχιστον να σας αρρωστήσουν σε μια πισίνα, όπως:

Ο πνιγμός. Αυτός είναι μακράν ο μεγαλύτερος κίνδυνος, ειδικά αν είστε άνδρας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου δύο άνδρες στο εκατομμύριο, ηλικίας 20-24 ετών, πνίγονται στις πισίνες κάθε χρόνο.

Δεύτερον: Να σας σκοτώσει κάποιος άλλος μέσα στη πισίνα, επειδή κατουρήσατε μέσα σε αυτή! Είναι μια εκδοχή...

Τρίτον. Κωλοβακτηρίδια κοπράνων. Μωρά με πάνες στην πισίνα. Δεν περιγράφω άλλο!

Τέταρτον, τα υπόλοιπα 100 παραπροϊόντα απολύμανσης στο νερό της πισίνας, αν θέλετε πραγματικά να ανησυχείτε. Μερικά είναι γνωστές μεταλλαξιογόνες ουσίες, που σημαίνει ότι προκαλούν μεταλλάξεις, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε καρκίνο. Ωστόσο μια μελέτη διαπίστωσε ότι ακόμη και με όλες αυτές τις χημικές ουσίες, το νερό της πισίνας είναι περίπου τόσο μεταλλαξιογόνο όσο και το πόσιμο νερό.

Μ’αυτά και μ’αυτά, δεν θα σας συνιστούσα πάντως, να πιείτε νερό από την πισίνα. Μην ξεχνάτε: είναι γεμάτο χλώριο και τσίσα!



Τα νεογέννητα που εκτίθενται σε σκόνη, τρίχωμα ζώων, μικρόβια μπορεί να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο αλλεργίας και άσθματος

Πηγή:
The Journal of Allergy and Clinical Immunology

Τα βρέφη που εκτίθενται στο τρίχωμα τρωκτικών και άλλων κατοικίδιων ζώων, σε αλλεργιογόνα κατσαρίδας και σε μια ευρεία ποικιλία οικιακών βακτηρίων κατά το πρώτο έτος της ζωής τους, φαίνεται να παρουσιάζουν μικρότερες πιθανότητες να υποφέρουν από αλλεργίες, συριγμό και άσθμα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας μελέτης που διεξήχθη από επιστήμονες στο Κέντρο Παιδιών του Johns Hopkins και άλλα ιδρύματα.

Προηγούμενη έρευνα έδειξε ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε φάρμες, έχουν χαμηλότερα ποσοστά αλλεργίας και άσθματος, ένα φαινόμενο που αποδίδεται στην τακτική έκθεσή τους σε μικροοργανισμούς που υπάρχουν στα γεωργικά εδάφη. Άλλες μελέτες, ωστόσο, βρήκαν αυξημένο κίνδυνο άσθματος μεταξύ των κατοίκων εντός της πόλης που εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα αλλεργιογόνων κατσαρίδας και ποντικών, καθώς και ρύπους. Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι τα παιδιά που ζουν σε τέτοια σπίτια, έχουν υψηλότερα συνολικά ποσοστά αλλεργίας και άσθματος, αλλά προσθέτει ένα εκπληκτικό νέο στοιχείο: Όσοι συναντούν τέτοιες ουσίες πριν από τα πρώτα τους γενέθλια, φαίνεται να ωφελούνται αντί να υποφέρουν από αυτές. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν παρατηρήθηκαν τα προστατευτικά αποτελέσματα της έκθεσης στα αλλεργιογόνα και τα βακτήρια, όταν η πρώτη συνάντηση του παιδιού με αυτές τις ουσίες συνέβη μετά την ηλικία του πρώτου έτους, σύμφωνα με την έρευνα.

Μια έκθεση σχετικά με τη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στις 6 Ιουνίου στο περιοδικό Journal of Allergy and Clinical Immunology, αποκαλύπτει ότι η πρώιμη έκθεση σε βακτήρια και ορισμένα αλλεργιογόνα μπορεί να έχει προστατευτική επίδραση μέσω της διαμόρφωσης ανοσοποιητικών αποκρίσεων των παιδιών - μια διαπίστωση, που κατά τους ερευνητές, μπορεί να βοηθήσει στην ενημέρωση των προληπτικών στρατηγικών για τις αλλεργίες και το συριγμό, αμφότερα πρόδρομα στάδια του άσθματος.

"Η μελέτη μας δείχνει ότι η χρονική στιγμή της αρχικής έκθεσης μπορεί να είναι κρίσιμη", αναφέρει ο συντάκτης της μελέτης Robert Wood, MD, επικεφαλής του Τμήματος Αλλεργίας και Ανοσολογίας στο Κέντρο Παιδιών του Johns Hopkins. "Αυτό σημαίνει ότι όχι μόνο πολλές από τις ανοσολογικές αντιδράσεις μας διαμορφώνονται κατά το πρώτο έτος της ζωής μας, αλλά και ότι ορισμένα βακτήρια και αλλεργιογόνα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον ερεθισμό και την εκπαίδευση του ανοσοποιητικού συστήματος ώστε να συμπεριφέρεται με ένα συγκεκριμένο τρόπο".

Η μελέτη διεξήχθη μεταξύ 467 νεογνών που γεννήθηκαν εντός των πόλεων της Βαλτιμόρης, της Βοστώνης, της Νέα Υόρκης και του St. Louis και η υγεία τους παρακολουθήθηκε για τρία χρόνια. Οι ερευνητές επισκέφθηκαν τα σπίτια για να μετρήσουν τα επίπεδα και τα είδη των αλλεργιογόνων που υπάρχουν στο περιβάλλον των νηπίων και εξέτασαν τα τελευταία για αλλεργίες και συριγμό μέσω περιοδικών αναλύσεων αίματος και δερματικών τεστ, σωματικών εξετάσεων και γονικών ερευνών. Επιπλέον, οι ερευνητές συνέλεξαν και ανέλυσαν το βακτηριακό περιεχόμενο της σκόνης από τα σπίτια των 104 από τα 467 βρέφη της μελέτης.

Τα βρέφη που μεγάλωσαν σε σπίτια με τρίχωμα γάτας και ποντικιού και περιττώματα κατσαρίδων κατά το πρώτο έτος της ζωής τους, είχαν χαμηλότερα ποσοστά συριγμού στην ηλικία των 3 ετών, σε σύγκριση με παιδιά που δεν είχαν εκτεθεί σε αυτά τα αλλεργιογόνα νωρίς μετά τη γέννηση. Η προστατευτική επίδραση, επιπλέον, ήταν σωρευτική, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, με τα βρέφη που εκτέθηκαν και στα τρία αλλεργιογόνα να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο από εκείνα που εκτέθηκαν σε ένα, σε δύο ή σε κανένα από αυτά. Συγκεκριμένα, ο συριγμός ήταν τρεις φορές πιο συχνός μεταξύ παιδιών που μεγάλωσαν χωρίς έκθεση σε τέτοια αλλεργιογόνα (51 %), σε σύγκριση με τα παιδιά που πέρασαν το πρώτο έτος της ζωής τους σε σπίτια, όπου ήταν παρόντα και τα τρία αλλεργιογόνα (17 %).

Επιπλέον, τα βρέφη σε σπίτια με μεγαλύτερη ποικιλία βακτηρίων ήταν λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν περιβαλλοντικές αλλεργίες και συριγμό στην ηλικία των 3.

Όταν οι ερευνητές μελέτησαν τις επιπτώσεις της σωρευτικής έκθεσης σε βακτήρια και σε αλλεργιογόνα ποντικών, κατσαρίδων και γάτας, παρατήρησαν μια άλλη εντυπωσιακή διαφορά. Παιδιά χωρίς συριγμό και αλλεργίες στην ηλικία των 3 ετών είχαν μεγαλώσει με τα υψηλότερα επίπεδα οικιακών αλλεργιογόνων και ήταν πιο πιθανό να ζουν σε σπίτια με την πλουσιότερη ποικιλία βακτηριακών ειδών. Περίπου το 41 % των μη αλλεργικών και χωρίς συριγμό παιδιών είχε μεγαλώσει σε τέτοια σπίτια πλούσια σε αλλεργιογόνα και βακτήρια. Αντιθέτως, μόνο 8 % των παιδιών που υπέφεραν τόσο από αλλεργία όσο και από συριγμό, είχε εκτεθεί σε αυτές τις ουσίες στο πρώτο έτος της ζωής τους.

Το άσθμα είναι μια από τις πιο κοινές παιδικές ασθένειες, επηρεάζοντας περίπου 7 εκατομμύρια παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με το Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων. Στην ηλικία των 3 ετών, τα μισά παιδιά εκδηλώνουν συριγμό, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις εξελίσσεται σε πλήρες άσθμα.



O ύπνος μετά τη μάθηση ισχυροποιεί τις συνδέσεις μεταξύ των κυττάρων του εγκεφάλου και εμπλουτίζει τη μνήμη

Πηγή:
Science

Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science, ερευνητές από το ιατρικό κέντρο NYU Langone δείχνουν για πρώτη φορά ότι ο ύπνος μετά τη μάθηση ενθαρρύνει την ανάπτυξη των δενδριτικών αγκαθιών, των μικροσκοπικών προεξοχών από τα κύτταρα του εγκεφάλου που συνδέονται με άλλα εγκεφαλικά κύτταρα και διευκολύνει τη μεταβίβαση πληροφοριών μέσω των συνάψεων, των συνδέσεων στις οποίες συναντώνται τα κύτταρα αυτά. Επιπλέον, η δραστηριότητα των κυττάρων του εγκεφάλου κατά τη διάρκεια βαθέος ή βραδέων κυμάτων ύπνου μετά τη μάθηση είναι κρίσιμης σημασίας για αυτήν την ανάπτυξη.

Τα ευρήματα, σε ποντίκια, παρέχουν σημαντικές υλικές αποδείξεις που υποστηρίζουν την υπόθεση ότι ο ύπνος βοηθά στην εδραίωση και ενίσχυση νέων αναμνήσεων και δείχνουν για πρώτη φορά τον τρόπο με τον οποίο η μάθηση και ο ύπνος προκαλούν φυσικές αλλαγές στον κινητικό φλοιό, μια περιοχή του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για τις εκούσιες κινήσεις.

"Γνωρίζουμε εδώ και καιρό ότι ο ύπνος παίζει σημαντικό ρόλο στη μάθηση και τη μνήμη. Εάν δεν κοιμάσαι καλά, δεν θα μάθεις καλά", σημειώνει ο επικεφαλής ερευνητής δρ. Wen-Biao Gan, καθηγητής νευροεπιστήμης και φυσιολογίας και μέλος του Ινστιτούτου Βιομοριακής Ιατρικής Skirball στο ιατρικό κέντρο NYU Langone. "Αλλά ποιος φυσικός μηχανισμός ευθύνεται για το φαινόμενο αυτό; Εδώ δείξαμε τον τρόπο με τον οποίο ο ύπνος βοηθά τους νευρώνες να σχηματίσουν πολύ συγκεκριμένες συνδέσεις σε δενδριτικούς κλάδους που μπορούν να διευκολύνουν τη μακροπρόθεσμη μνήμη. Επίσης, δείχνουμε πώς διαφορετικοί τύποι μάθησης σχηματίζουν συνάψεις σε διαφορετικούς κλάδους των ίδιων νευρώνων, γεγονός που υποδηλώνει ότι η μάθηση προκαλεί πολύ συγκεκριμένες δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο".

Σε κυτταρικό επίπεδο, ο ύπνος μόνο ξεκούραστος δεν είναι: εγκεφαλικά κύτταρα που είναι εξαιρετικά ενεργά καθώς αφομοιώνουμε νέες πληροφορίες κατά τις ώρες που είμαστε ξύπνιοι, επαναλαμβάνουν τη διαδικασία κατά τη διάρκεια του βαθέος ύπνου, γνωστού και ως ύπνου βραδέων κυμάτων, όταν τα κύματα του εγκεφάλου επιβραδύνουν και παύει η ταχεία κίνηση των ματιών, όπως και τα όνειρα. Οι επιστήμονες από καιρό πίστευαν ότι αυτή η νυκτερινή επανάληψη μάς βοηθά να διαμορφώσουμε και να θυμηθούμε νέες αναμνήσεις, εντούτοις οι δομικές αλλαγές που υποστηρίζουν αυτή τη διαδικασία παρέμεναν ελάχιστα κατανοητές.

Για να ρίξει φως σε αυτή τη διαδικασία, ο δρ. Gan και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν ποντίκια γενετικά τροποποιημένα να εκφράζουν μια φθορίζουσα πρωτεΐνη στους νευρώνες. Χρησιμοποιώντας ένα ειδικό μικροσκόπιο σάρωσης λέιζερ που φωτίζει τις λαμπερές φθορίζουσες πρωτεΐνες στον κινητικό φλοιό, οι επιστήμονες κατάφεραν να παρακολουθήσουν και να απεικονίσουν την ανάπτυξη των δενδριτικών αγκαθιών κατά μήκος επιμέρους κλάδων δενδριτών, προτού και αφότου τα ποντίκια έμαθαν να ισορροπούν σε μία ράβδο περιστροφής. Με την πάροδο του χρόνου τα ποντίκια έμαθαν πώς να ισορροπούν στη ράβδο, καθώς αυτή σταδιακά γύριζε γρηγορότερα. "Είναι σαν να μαθαίνεις να κάνεις ποδήλατο", λέει ο δρ. Gan. "Μόλις μάθεις, δεν το ξεχνάς ποτέ".

Μετά την τεκμηρίωση ότι τα ποντίκια, στην πραγματικότητα, ανέπτυξαν νέα αγκάθια κατά μήκος δενδριτικών κλάδων μέσα σε έξι ώρες μετά την εξάσκηση στην περιστρεφόμενη ράβδο, οι ερευνητές επιχείρησαν να κατανοήσουν πώς ο ύπνος θα επηρέαζε αυτή την φυσική ανάπτυξη. Εκπαίδευσαν λοιπόν δύο ομάδες ποντικών: η μία εκπαιδεύτηκε στην περιστρεφόμενη ράβδο για μία ώρα και στη συνέχεια κοιμήθηκε για 7 ώρες. Η δεύτερη εκπαιδεύτηκε τον ίδιο χρόνο στη ράβδο, αλλά έμεινε ξύπνιο για 7 ώρες. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια που δεν κοιμήθηκαν, εμφάνισαν σημαντικά μικρότερη ανάπτυξη δενδριτικών αγκαθιών από ό,τι εκείνα που ξεκουράστηκαν αρκετά. Επιπλέον, παρατήρησαν ότι το είδος της εργασίας που έμαθαν τα ποντίκια, καθόρισε ποια αγκάθια δενδριτικών κλάδων θα μεγάλωναν.

Το τρέξιμο προς τα εμπρός στην περιστρεφόμενη ράβδο, για παράδειγμα, ώθησε την ανάπτυξη αγκαθιών σε διαφορετικούς δενδριτικούς κλάδους από ό,τι εκείνο προς τα πίσω, γεγονός που υποδηλώνει ότι η εκμάθηση συγκεκριμένων καθηκόντων προκαλεί συγκεκριμένες δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο.

"Πλέον γνωρίζουμε πως όταν μαθαίνουμε κάτι καινούριο, ο νευρώνας αναπτύσσει νέες συνδέσεις σε ένα συγκεκριμένο κλάδο", αναφέρει ο δρ. Gan. "Φανταστείτε ένα δέντρο που πετά φύλλα (αγκάθια), σε ένα κλαδί, αλλά όχι σε κάποιο άλλο. Όταν μαθαίνουμε κάτι καινούριο, είναι σαν να βλασταίνουμε φύλλα σε ένα συγκεκριμένο κλάδο".

Τέλος, οι επιστήμονες έδειξαν ότι τα κύτταρα του εγκεφάλου στον κινητικό φλοιό που ενεργοποιούνται, όταν τα ποντίκια μάθουν μια εργασία, επανενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια του βαθέος ύπνου βραδέων κυμάτων. Η διακοπή αυτής της διαδικασίας εμποδίζει την ανάπτυξη των δενδριτικών αγκαθιών. Τα ευρήματά τους προσφέρουν μια σημαντική εικόνα για το λειτουργικό ρόλο της νευρωνικής επανάληψηςδηλαδή της διαδικασίας με την οποία ο κοιμώμενος εγκέφαλος επαναλαμβάνει τα καθήκοντα που έμαθε κατά τη διάρκεια της ημέρας – η οποία παρατηρείται στον κινητικό φλοιό.

"Τα στοιχεία μάς δείχνουν ότι η νευρωνική επανενεργοποίηση κατά τη διάρκεια του ύπνου είναι αρκετά σημαντική για την ανάπτυξη συγκεκριμένων συνδέσεων στον κινητικό φλοιό", συμπληρώνει ο δρ. Gan.



Μυστικός πράκτωρ Έρπης: Πώς ο ιός περνά απαρατήρητος από το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού

Πηγή:
Journal of Virology

Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί που εισέρχονται στο σώμα μας, περνούν απαρατήρητοι μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Εντός ολίγων λεπτών, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος εντοπίζουν τον εισβολέα και προκαλούν μια ανοσολογική απόκριση. Ωστόσο, ορισμένοι ιοί έχουν αναπτύξει στρατηγικές για να αποφεύγουν τον εντοπισμό και την εξουδετέρωση από το ανοσοποιητικό μας. Ερευνητές από το Κέντρο Έρευνας Λοιμώξεων Helmholtz στο Braunschweig μπορούν πλέον να δείξουν πώς το πετυχαίνουν αυτό οι ιοί του έρπητα.

Ο ιός έρπητα Kaposi (KSHV) που σχετίζεται με το σάρκωμα, ένας ιός έρπητα γάμμα που μπορεί να προκαλέσει πολλαπλές μορφές καρκίνου, δημιουργεί μακροχρόνιες λοιμώξεις στο σώμα. Για να γίνει αυτό, ο ιός πρέπει να βρει έναν τρόπο να ρυθμίζει το ανοσοποιητικό σύστημα στον ξενιστή του.

"Οι εισβολείς συνήθως καταπολεμώνται αμέσως από μια ανοσολογική απάντηση ενάντια στους ιούς, που προκαλείται από αισθητήρες, συμπεριλαμβανομένων των καμπανόσχημων υποδοχέων (TLR)", λέει η ερευνήτρια του Helmholtz, δρ. Kendra Bussey, συντάκτρια της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Journal of Virology". Οι καμπανόσχημοι υποδοχείς ανιχνεύουν τον ιό μέσω της σύνδεσης με δομές στην επιφάνειά του ή του ιικού DNA, και προκαλούν μια αλυσίδα σημάτων, η οποία τελικά οδηγεί σε μια αντι-ιική ανοσολογική απόκριση. Ιδανικά, αυτό σημαίνει ότι το παθογόνο εξουδετερώνεται αμέσως. Ο μηχανισμός αυτός, ωστόσο, δεν φαίνεται να λειτουργεί για τον έρπητα Kaposi και άλλους ιούς έρπητα γάμμα, καθώς αυτοί είναι ικανοί να παραμένουν μέσα στο σώμα για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Το πώς ο ιός το καταφέρνει αυτό, ήταν άγνωστο ως τώρα. Οι επιστήμονες της ερευνητικής ομάδας του Helmholtz, υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Melanie Brinkmann, είναι πλέον σε θέση να δείξουν ότι ο ιός εμποδίζει δραστικά την ενεργοποίηση του εγγενούς ανοσοποιητικού συστήματος μέσω των καμπανόσχημων υποδοχέων.

Πρέπει ακόμη να καθοριστεί πώς ακριβώς και σε ποιο τμήμα του καμπανόσχημου υποδοχέα διαταράσσεται η λειτουργία. Αυτό θα είναι ένας από τους κεντρικούς στόχους για μελλοντική έρευνα: "Όσο περισσότερο καταλαβαίνουμε πώς ο ιός προστατεύει τον εαυτό του από επιθέσεις από το ανοσοποιητικό σύστημα, τόσο καλύτερα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη γνώση για την καταπολέμηση των λοιμώξεων", λέει η Brinkmann.

Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων κατά των ιών έρπητος γάμμα. "Αυτοί οι παράγοντες θα μπορούσαν να προστατέψουν ενεργά το ανοσοποιητικό σύστημα και να εμποδίσουν τους ιούς να κερδίσουν τη μάχη εναντίον του", αναφέρει η Bussey. "Ωστόσο, αυτό εξακολουθεί να είναι πολύ μακριά."

Στην ιδανική περίπτωση, το ανοσοποιητικό μας σύστημα θα αναγνωρίζει και στη συνέχεια θα εξουδετερώνει τους παθογόνους μικροοργανισμούς που εισβάλλουν στο σώμα μας. Ωστόσο, πολλοί μικροοργανισμοί και ιοί έχουν αναπτύξει στρατηγικές για να αποφεύγουν τον εντοπισμό από το ανοσοποιητικό. Η ερευνητική ομάδα του Helmholtz επιδιώκει να αποκαλύψει τους διάφορους μηχανισμούς που χρησιμοποιούν ιδιαίτερα οι ιοί έρπητα για να φέρουν εις πέρας αυτήν την αποστολή.