«Δεν κάνει κρύο στην Ελλάδα, κρύο δεν έκανε ποτέ», λέει το γνωστό τραγούδι. Το «ποτέ» όμως είναι ...βαριά λέξη, άσε που το δελτίο καιρού μάς έχει κάνει να ξεχάσουμε τι θα πει κοντομάνικο και βόλτα στην παραλία. Εκτός όμως από τους περιορισμούς στο ντύσιμο, το κρύο επηρεάζει το σώμα μας μέσω μιας σειράς από μηχανισμούς, οι περισσότεροι από τους οποίους σχετίζονται με την ομοιόσταση, την ικανότητα δηλαδή του οργανισμού να προσαρμόζεται σε εξωτερικά ερεθίσματα, όπως η ζέστη ή το κρύο, ή σε εσωτερικές συνθήκες που διαφέρουν από το φυσιολογικό, π.χ. η αίσθηση αυξημένης εσωτερικής θερμοκρασίας, δηλαδή πυρετού. Η ομοιόσταση είναι αυτή που μας κάνει να ιδρώνουμε, όταν υπάρχει μεγάλη εξωτερική θερμοκρασία, έτσι ώστε το σώμα μας να δροσιστεί μέσω της εξάτμισης του ιδρώτα από το δέρμα ή ακόμα και αυτή που προκαλεί τις συσπάσεις της μήτρας που είναι απαραίτητες για ένα φυσιολογικό τοκετό, προκαλώντας την έκκριση μεγάλης ποσότητας οξυτοκίνης. Αν δούμε το ζήτημα της ομοιόστασης σαν εξελικτικό πλεονέκτημα, είναι λογικό να σκεφτούμε, για παράδειγμα, ότι βοήθησε να επιβιώσουν σε περιοχές με υπερβολική ζέστη, όπως στις ερήμους της Αφρικής, όσοι ίδρωναν περισσότερο, αφού αυτό τους βοηθούσε να αντέξουν τις μεγάλες θερμοκρασίες. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, με το πέρασμα των αιώνων, να «αποκτήσουν» αυτό το χαρακτηριστικό, που σε περιοχές με πιο ήπιες θερμοκρασίες μπορεί να είναι και ...ενοχλητικό, όλοι οι κάτοικοι και να το κληροδοτήσουν από γενιά σε γενιά.
Γενικά, οι σημαντικές αλλαγές στο σώμα μας, οι οποίες σχετίζονται με το κρύο, ξεκινούν από τη συστολή των αιμοφόρων αγγείων που βρίσκονται στο δέρμα, έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί η απώλεια θερμότητας από το αίμα που κυλάει μέσα σε αυτά. Μπορούμε να κατανοήσουμε τη λογική πίσω από αυτό το φαινόμενο, αν ανοίξουμε την παροχή του ντους στο ζεστό και βάλουμε το σωλήνα μέσα σε μια λεκάνη από κρύο νερό: στην περίπτωσή μας, το ζεστό νερό του ντους είναι το αίμα που κυκλοφορεί στα αγγεία (σωλήνας ντους), ενώ το κρύο νερό της λεκάνης παίζει το ρόλο του κρύου αέρα του περιβάλλοντος. Μελετώντας το ζήτημα ενεργειακά, η απώλεια θερμότητας είναι μεγαλύτερη όταν φυσάει, αφού ο κρύος άερας που έρχεται σε επαφή με το ζεστό δέρμα μας επιταχύνει τη μεταφορά θερμότητας μακριά από αυτό – στο παραπάνω παράδειγμα, θα είχαμε τρεχούμενο κρύο νερό στη λεκάνη στην οποία βυθίζουμε το σωλήνα του ντους. Αυτός είναι και ο λόγος που, για την ίδια εξωτερική θερμοκρασία, το κρύο μάς φαίνεται πιο τσουχτερό όταν φυσάει. Με την ίδια λογική, τα μυτερά και εκτεθειμένα μέλη του σώματός μας (όπως η μύτη και τα αυτιά), έρχονται σε επαφή με τον αέρα σε μεγαλύτερο τμήμα της επιφάνειάς τους, κι έτσι η απώλεια θερμότητας είναι ευκολότερη – αυτός είναι και ο λόγος που τα συγκεκριμένα σημεία είναι αυτά στα οποία νιώθουμε πιο έντονα τη διαφορά θερμοκρασίας. Γενικά, η μόνη άμυνα του οργανισμού απέναντι στο κρύο, εκτός από τη συστολή που αναφέραμε νωρίτερα, είναι η ...ανατριχίλα: αν και δε γίνεται εύκολα αντιληπτό από το σύγχρονο άνθρωπο, λόγω της σχετικά περιορισμένης τριχοφυΐας του, το ανατρίχιασμα σηκώνει τις τρίχες σε σχεδόν κατακόρυφη θέση, δημιουργώντας ένα αυτοσχέδιο και προσωρινό «πουλόβερ», το οποίο παγιδεύει τον αέρα που ζεσταίνεται από το δέρμα, ακριβώς όπως ένα ρούχο ή μια κουβέρτα, και δεν αφήνει τον κρύο αέρα να έρθει σε επαφή με το δέρμα και να προκαλέσει την αίσθηση του κρύου. Κοιτάζοντας κι αυτό το φαινόμενο εξελικτικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σύγχρονες συνθήκες διαβίωσης (ζεστά ρούχα, θέρμανση, προστατευμένοι χώροι διαβίωσης) ουσιαστικά βοήθησαν τους ...λιγότερο τριχωτούς άνδρες να επιβιώσουν, αφού δε χρειάζονται το πυκνό «τρίχωμα» για να τους προστατέψει από το κρύο, ενώ οι γυναίκες, που παραδοσιακά έμεναν σε προστατευμένους χώρους για να προστατέψουν τα παιδιά τους, «εγκατέλειψαν» το άχρηστο για αυτές τρίχωμα πολύ νωρίτερα από τους άνδρες.
Επιστρέφοντας στα αιμοφόρα αγγεία, το σώμα μπορεί να επιλέξει να αυξήσει, αντί να μειώσει την κυκλοφορία του αίματος, έτσι ώστε να κυκλοφορήσει μεγαλύτερη ποσότητα αίματος στα εξωτερικά όργανα που κρυώνουν και να μειωθεί η δυσάρεστη αίσθηση. Αυτό είναι που κάνει και τη μύτη ή τα αυτιά μας να κοκκινίζουν και να καίνε, όταν είμαστε εκτεθειμένοι στο κρύο και τον αέρα (θυμηθείτε ότι αυτά τα όργανα είναι περισσότερο ευαίσθητα στο κρύο, λόγω της θέσης και του σχήματός τους). Ο πιο εύκολος τρόπος να επιτευχθεί αυτό, είναι μέσω της κίνησης – όταν όμως το άτομο δεν περπατά ή γενικά δεν κινείται αυτοβούλως, το σώμα αποφασίζει να κινήσει τους μύες, και μάλιστα τους αυτούς που βρίσκονται γύρω από τα σημαντικά όργανα του σώματος, με δική του πρωτοβουλία, προκαλώντας το τρέμουλο ή τουρτούρισμα. Αυτές οι κινήσεις προφανώς και δεν προσφέρουν κάτι από λειτουργική πλευρά, αλλά βελτιώνουν τη γενική κατάσταση και αίσθηση του σώματος, αφού με αυτόν τον τρόπο πενταπλασιάζεται η παραγωγή θερμότητας. Αυτό συμβαίνει γιατί με την κίνηση των μυών, ο οργανισμός έχει μεγαλύτερες ανάγκες σε οξυγόνο, το οποίο χρησιμοποιείται σε εξώθερμες αντιδράσεις στα κύτταρα των μυών, χρησιμοποιώντας μάλιστα το λίπος που αποθηκεύουν αρκετά ζώα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Ο μηχανισμός που ενεργοποιεί το τρέμουλο ονομάζεται θερμορύθμιση (thermoregulation) και ξεκινά από ένα όργανο του εγκεφάλου που λέγεται υποθάλαμος και είναι τόσο ευαίσθητο, ώστε ενεργοποιείται μόλις αισθανθεί την παραμικρή αλλαγή στη θερμοκρασία είτε του σώματος, είτε του εξωτερικού χώρου.
Στις περισσότερες πάντως περιπτώσεις, η συστολή των αιμοφόρων αγγείων για την απώλεια θερμότητας έχει ένα ...ανυπόφορο αποτέλεσμα που εξηγείται με απλές ιδέες από τη Φυσική: ο όγκος του αίματος που περνά από τα αγγεία είναι σταθερός κι έτσι με τη συστολή τους, αυξάνεται η αρτηριακή πίεση, με την ίδια λογική που θα αυξανόταν η πίεση του νερού που περνά από ένα στενότερο σωλήνα. Η πρώτη αντίδραση του οργανισμού είναι να μειώσει το ρυθμό της καρδιάς, ώστε να μειωθεί και ο ρυθμός με τον οποίο το αίμα κυκλοφορεί στους σωλήνες-αγγεία. Έτσι μπορεί να μειωθεί προσωρινά η πίεση και να κρατηθεί σε φυσιολογικά για τον οργανισμό επίπεδα. Αν όμως αυτό δεν είναι αρκετό, σύμφωνα με το παράδειγμα του νερού στο σωλήνα, η μόνη λύση είναι να μειωθεί ο όγκος του αίματος – κι επειδή η πρόκληση ...αιμορραγίας θα είχε χειρότερα αποτελέσματα, αυτό γίνεται με φυσικό τρόπο με την αποβολή του περιττού νερού από το σώμα μέσω της διούρησης!
Την επόμενη φορά λοιπόν που ετοιμάζεστε να σταθείτε στη στάση του λεωφορείου στη διάρκεια μιας κρύας μέρας, περάστε πρώτα από τη στάση της ...τουαλέτας για να αποφύγετε μια ακόμα δυσάρεστη, και περισσότερο επείγουσα, αίσθηση :-)