Η προεκλογική περίοδος τελείωσε: αύριο ξημερώνει Κυριακή και μετά, κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Ευτυχώς δηλαδή, γιατί σε αυτήν την προεκλογική περίοδο μιλήσαν όλοι και, κυρίως, τους ακούσαμε όλους και τα ακούσαμε όλα. Ακούσαμε ότι ο άνθρωπος που ήταν αρχιτέκτονας του κατάπτυστου νόμου περί (μη) ευθύνης υπουργών, ο άνθρωπος που εισηγήθηκε την αθωότητα του Τσοχατζόπουλου στο πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής, θα είναι αυτός που θα «καθαρίσει» τη χώρα. Ότι το έλλειμμα δημιουργήθηκε το 2009 κι όχι το 2010, αλλά θα είναι μεγάλη επιτυχία αν μετά το μνημόνιο θα φτάσουμε, ισοπεδωμένοι και με ΑΕΠ Αφρικανικής χώρας, στο επίπεδο του χρέους του 2009. Ακούσαμε ότι θα τα καταφέρουμε επειδή το έγραψε ο Ελύτης, αλλά και ότι μια παράταξη που θέλει να κυβερνήσει και μάλιστα έχει ήδη μοιράσει και τα οφίτσια, έχει σαν Plan B, αν αποτύχει η επαναδιαπραγμάτευση που προτείνει, το «να βάλει τα δυνατά του για να πετύχει το Plan A και να μην το υπονομεύουμε» (Π. Σκουρλέτης – ΣΥΡΙΖΑ στο δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1).
Ο μόνος που δε μίλησε πολύ ήταν ο Στέφανος Μάνος και η Δράση – Φιλελεύθερη Συμμαχία. Δε μίλησε πολύ, όχι (μόνο) επειδή δεν του επετράπη από τα μέσα ενημέρωσης, αλλά επειδή αυτά που προτείνει τα έχει πει εδώ και τρία-τέσσερα χρόνια. Και δεν πρόκειται για προτάσεις-τσιτάτα της μιας γραμμής, ούτε για μακρόπνοα σχέδια με πολλά «αν» και «εφόσον». Πρόκειται για προτάσεις ολοκληρωμένες, κοστολογημένες και έχοντας λάβει υπόψη όλες τις δεσμεύσεις που υπέγραψαν οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί, «σώζοντας» τη χώρα μέχρι την επόμενη επίσκεψη των δανειστών μας. Και η καλύτερη επιβεβαίωση των προτάσεων της Δράσης είναι η ρηχή κριτική που της ασκήθηκε:
- «δε μου αρέσει το ‘φιζίκ’ του Μάνου» (ΟΚ, ας ψηφίσουμε τον cool Alexis με το λάγνο βλέμμα, την τραγουδιστή εκφορά, το Plan A, και τίποτα πέραν αυτού)
- «οι Άγγλοι και οι Σουηδοί γελάνε με τις προτάσεις του Μάνου, επειδή αυτοί πληρώνουν τόσους φόρους για αυτό το σύστημα κι ο Μάνος θα το κάνει με 13 δισ.» (κι εμείς θα πληρώνουμε τους ίδιους φόρους με τώρα, αλλά τα λεφτά αυτά ήδη τα δίνει το κράτος στα Ταμεία, ή υποτίθεται ότι τα δίνει, και με αυτά θα στηριχθεί το σύστημα συντάξεων που προτείνει η Δράση και θα περισσέψουν και λεφτά από τον εξορθολογισμό των υπηρεσιών)
- «έλα μωρέ, τον είδαμε και το Μάνο όταν ήταν υπουργός» (σωστά, τον είδαμε: Μετρό Αθήνας, Αττική Οδός, αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος, απόσυρση αυτοκινήτων, πεζόδρομοι, σωτηρία της Πλάκας , υποχρεωτικές θέσεις στάθμευσης στις νέες πολυκατοικίες, είσπραξη τελών κυκλοφορίας που μέχρι τότε χάνονταν, κλπ.)
- μέχρι και για την «Αλλατίνη» ότι δήθεν τη φαλίρισε ακούσαμε (επί ημερών του αύξησε το τζίρο της κατά 314%), και άλλα πολλά τινά. (Περισσότερα στο http://ikera.wordpress.com/2012/04/30/stefanosmanos2012/).
Επί της ουσίας, λίγα πράγματα, απλά γιατί οι προτάσεις αυτές ήταν και οι μόνες που ήταν μελετημένες, τεκμηριωμένες, αλλά και προσαρμοσμένες στην Ελληνική πραγματικότητα. Ανεξάρτητα πάντως από τη ρηχή κριτική, όλες οι άλλες παρατάξεις, Δεξιές ή Αριστερές, μνημονιακές ή αντιμνημονιακές, Εθνικές ή Φιλοευρωπαϊκές, είχαν να προσάψουν στη Δράση τη διάθεσή της να συνεργαστεί με οποιαδήποτε πολιτική δύναμη μπορούσε να συνεννοηθεί μαζί της και να συμφωνήσει σε κάποιες βασικές αρχές. Βλέπεις, η Δράση ήταν, ίσως, ένα από τα λίγα κόμματα που δεν κατέβηκε στις εκλογές για να κυβερνήσει – όχι τουλάχιστον για να κυβερνήσει αυτόνομα ή να απαιτήσει υπουργεία και θέσεις. Το όραμα του Στέφανου Μάνου είναι να μπουν στη Βουλή οκτώ, εννιά, δέκα άνθρωποι με όρεξη, γνώσεις, ιδέες και με υγιές μυαλό, οι οποίοι θα «τσιγκλάνε» την εξουσία σαν άλλη «αλογόμυγα», αλλά και θα κάνουν προτάσεις τις οποίες οι «άλλοι» θα δυσκολευτούν ιδιαίτερα να απορρίψουν. Το όραμα αυτό ήταν, κατά τη γνώμη μου, και η μεγαλύτερη συνεισφορά της Δράσης στο πολιτικό σύστημα και την κοινωνία: από τότε που ο Ανδρέας πήρε την κάτω βόλτα και ο Μητσοτάκης έπεσε μετά τη τρικλοποδιά του Σαμαρά, η αλήθεια είναι ότι ξεχάσαμε την έννοια της λέξης «ιδεολογία» και, κατά μεγάλο ποσοστό, και την έννοια της «πολιτικής». Μάθαμε τη «διακυβέρνηση», ξεχάσαμε την ιδέα του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και ευτελίσαμε την πολιτική σε διαχείριση, με σκοπό να μας βγουν τα νούμερα και να δείξουμε οικονομική και κοινωνική υγεία που δεν είχαμε. Από το σημείο που πλέον δε μπορούμε να κάνουμε τα νούμερα να βγαίνουν, είναι εμφανές ότι το φως στην άκρη του τούνελ δε μπορεί να μπει «πειράζοντας» τα έσοδα και τα έξοδα σε ένα φύλλο του Excel, πολλαπλασιάζοντας ανθρώπους επί μισθούς και συντάξεις για να πετύχουμε κάποιους ασαφείς, λογιστικούς στόχους, με την ίδια λογική που ο διαχειριστής μιας πολυκατοικίας βγάζει τα κοινόχρηστα κάθε μήνα. Κι αν κάποιοι χρέωσαν στον Μάνο ότι απευθύνεται στη λογική και όχι στο συναίσθημα, εγώ νομίζω ότι το συγκριτικό του πλεονέκτημα είναι ότι με τις ιδέες του, την αισθητική και τα συνθήματά του έδωσε δύναμη σε μια ολόκληρη γενιά. Το σύνθημα «πιστέψτε στον εαυτό σας» ήταν αυτό που, για μένα, έγειρε οριστικά την πλάστιγγα, αλλά και εξαφάνισε το ψευτο-δίλημμα περί δήθεν χαμένης ψήφου. Κατανοώ ότι ο Μάνος το εννοεί διαφορετικά, προτείνοντάς μας να κάνουμε αυτό που ξέρουμε ότι είναι σωστό, μην υποκύπτοντας στα διλήμματα περί νομίσματος και συμμαχιών – με τη δική μου εκδοχή, έφτασε η ώρα για τους ανθρώπους με όραμα, πίστη και όρεξη να κάνουμε ένα βήμα μπροστά και να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας. Σε μια χώρα που ο μισθός κατέληξε να είναι κάτι σαν δικαίωμα και όχι σαν ανταμοιβή και που το «δικαίωμα» έγινε Ευαγγέλιο, ενώ η «υποχρέωση» καταναγκασμός, η ανάγκη να ξεβολευτούμε όλοι μας και να συνεισφέρουμε κάτι παραπάνω είναι πλέον περισσότερο από εμφανής. Η ατάκα «τους σπασίκλες να φοβάστε» ήταν αυτή που απενοχοποίησε τους ανθρώπους που, αντί για το δρόμο, αγωνιζόμαστε στα γραφεία, τα αμφιθέατρα, τις αίθουσες διδασκαλίας και τα εργαστήρια, κάνοντας την Ελλάδα λίγο πιο δυνατή κάθε μέρα που περνάει. Το «μπόλιασμα» που επιχειρεί η Δράση είναι η καλύτερη εξασφάλιση ότι μπορεί, κάποια μέρα, ο αγώνας αυτός να δώσει το αποτέλεσμα που του αντιστοιχεί. Χωρίς φωνές, ήρεμα, ώστε αυτοί που μας ακούν να μας καταλαβαίνουν κι όχι να μας φοβούνται, χωρίς αθλητές, χωρίς τραγουδιστές, χωρίς τηλεοπτικούς αστέρες – με τη δύναμη της λογικής, της αλήθειας και της αυτοπεποίθησης.
Μάνος, όπως Ντούσαν
Για κάποιο περίεργο λόγο που ακόμα δεν έχω εξηγήσει, τις προάλλες θυμήθηκα το Ντούσαν (το Μπάγεβιτς, ντε). Κάτι σαν όνειρο, κάτι σαν εφιάλτης (περισσότερο), άρχισα να μετράω τις ομοιότητες ανάμεσα στον παλαίμαχο προπονητή και τον ηγέτη της Δράσης. Κατ’ αρχήν, και οι δύο φαίνονται απόμακροι άνθρωποι (δεν έχω ιδέα αν πραγματικά είναι), με τον ένα να ανταποκρίνεται στο προσωνύμιο «πρίγκιπας» που του αποδόθηκε και τον άλλο να αποφεύγει τα μπαλκόνια, τις φανφάρες, τα συνθήματα, αλλά και τις life style δηλώσεις και φωτογραφήσεις, όπως ακριβώς αποφεύγει ο Αριστερός τις ιδιωτικοποιήσεις. Επί της ουσίας, και οι δύο ήταν επιτυχημένοι όσο δεν πάει: πρωτιές σαν σκόρερ, πρωταθλήματα, κύπελλα σαν προπονητής για τον ένα και, αντίστοιχα, για τον άλλο, νόμοι και καινοτομίες που ακόμα και σήμερα, 20 χρόνια αργότερα, κάνουν τη ζωή μας καλύτερη. Έλα όμως που και οι δύο απέφευγαν τις δημόσιες σχέσεις κι έτσι τελικά, αν και όλοι παραδέχονταν τις ικανότητές τους και ότι είχαν δίκιο στις προβλέψεις που έκαναν και τις ιδέες που πρότειναν και όλοι τους ήθελαν στην ομάδα τους, τελικά έμειναν εκτός συστήματος.
Ο Ντούσαν και ο Μάνος έχουν όμως και μια πολύ σημαντική διαφορά: αν και ο «πρίγκιπας» έχει πλέον ιδιωτεύσει (ευτυχώς!), ο Μάνος είναι ακόμα εδώ, σε πείσμα όσων ενοχλούνται από τις ιδέες και τη δουλειά του. Με μια ψήφο στην αυριανή εκλογή, έχουμε τη δυνατότητα να τον ξαναβάλουμε στη Βουλή και να του δώσουμε τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει το όραμά του. Ακόμα όμως κι αν αυτό δε γίνει τώρα, η Δράση θα έχει μια σημαντική αφετηρία, τόσο εκλογικού ποσοστού, αφού θα ξεκινά από κάτι που θα πλησιάζει το 3% σε όλη τη χώρα, αλλά σίγουρα πολύ παραπάνω στα αστικά κέντρα, όσο (κυρίως) μιας μαγιάς ανθρώπων που ήρθαμε κοντά της και σκοπεύουμε να μείνουμε. Η πιο επικίνδυνη παγίδα της προεκλογικής στρατηγικής των συμβατικών κομμάτων, ανεξάρτητα από τη θέση στο πολιτικό φάσμα στην οποία αυτοπροσδιορίζονται, ήταν η δημιουργία μιας ψευδαίσθησης στους ψηφοφόρους ότι όλο το παιχνίδι κρίνεται αύριο, ότι η Ελλάδα θα αλλάξει από Δευτέρα και ότι οι ζωές μας θα είναι καλύτερες ή χειρότερες, μόνο και μόνο με βάση την απόφασή μας την Κυριακή. Λες και η ψήφος δεν είναι απλά μια απόφαση που πρέπει να την στηρίξουμε από Δευτέρα και κάθε μέρα, λες και ψηφίζοντας ένα κόμμα την Κυριακή, αλλά γυρνώντας στις παλιές μας συνήθειες από Δευτέρα, θα έχουμε εξαγνίσει μια και καλή το πολιτικό σύστημα. Με εξαίρεση τους αρχηγούς των μεγάλων κομμάτων, που θα πρέπει να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα για τα χαμηλά ποσοστά τους, αλλά και τον Τσίπρα που θα πρέπει πλέον να δικαιολογήσει την προτίμηση του κόσμου και να συνεισφέρει με ιδέες και προτάσεις, αντί για αρνήσεις και χαρακτηρισμούς δανεισμένους από διαφημίσεις, η αυριανή μέρα δεν έχει πολλά να προσφέρει στους υπόλοιπους από εμάς. Από Δευτέρα όμως, θα έχουμε και μια ευκαιρία να βρεθούμε κοντά σε ανθρώπους που κατέβηκαν με άλλες, συγγενείς πολιτικές δυνάμεις και να φέρουμε μια φιλελεύθερη πολιτική πρόταση, χωρίς το φόβο του 3%, χωρίς τον αποκλεισμό από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, χωρίς προσωπικές στρατηγικές και καρεκλο-θηρία και, κυρίως, με την υποστήριξη ενός σημαντικού και ισχυρού κομματιού της κοινωνίας. Ο Μάνος ήταν ο μόνος που μίλησε ήρεμα, συγκαταβατικά και ενωτικά, χωρίς να χαρακτηρίσει κάποιο κομμάτι της κοινωνίας, χωρίς να φωνάξει «ή εμείς ή αυτοί», λες και περισσεύουν οι ικανοί και εργατικοί άνθρωποι. Ήταν ο μόνος που δε μίλησε υπεροπτικά, αν και θα είχε το δικαίωμα, και δε σκόρπισε μίσος και φόβο, αλλά πίστη και ελπίδα.
Μέχρι τότε όμως, ας χαρούμε την αυριανή μέρα, πιστεύοντας στον εαυτό μας και ακούγοντας τόσο την καρδιά, όσο και το μυαλό μας – ώρα για δράση, ώρα για Δράση!